Καριέρα μακριά από την πατρίδα των 700 ευρώ
Είναι τα παιδιά της παγκοσμιοποίησης. Νέοι επιστήμονες που μετά τις σπουδές τους στην Ελλάδα ή την Ευρώπη αναζήτησαν την τύχη τους εκτός των συνόρων. Σήμερα, είναι όλοι τους κοντά στα τριάντα και αισθάνονται δικαιωμένοι από την επιλογή τους.
Για τους περισσότερους, όμως, οι εργασιακές συνθήκες ήταν αυτές που τους έκαναν να πουν «ναι» στις προτάσεις για δουλειά σε διάφορες γωνιές του πλανήτη: Σιγκαπούρη, Ντουμπάι, Λονδίνο, Ζυρίχη... Οι χώρες της Μέσης Ανατολής και της Ασίας φαίνεται να κερδίζουν όλο και περισσότερους νέους κι αυτό γιατί βρίσκονται αφενός σε φάση ανάπτυξης, αφετέρου δεν έχουν επηρεαστεί πολύ από την οικονομική κρίση.
«ΤΑ ΝΕΑ» μίλησαν με τέσσερις νέους που διαπίστωσαν ότι μια επαγγελματική καριέρα στο εξωτερικό είναι πιο εύκολη υπόθεση απ΄ ό,τι στην Ελλάδα. Κάποιοι μάλιστα βρήκαν διέξοδο στο εξωτερικό για έναν ακόμη λόγο: την οικονομική κρίση.
Οι ιστορίες τους έρχονται να επιβεβαιώσουν τα στοιχεία που εξέδωσε προ μηνών η εταιρεία ανθρωπίνου δυναμικού Μanpower. Σύμφωνα με την παγκόσμια έρευνα, το 87,7% των Ελλήνωνποσοστό υψηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο (78%)- δήλωσαν διατεθειμένοι να αλλάξουν πόλη ή ακόμη και χώρα, στην περίπτωση που έβρισκαν τη δουλειά που θα τους εξασφάλιζε υψηλές αποδοχές και καλή επαγγελματική ανέλιξη.
Στην Ελλάδα θα έπαιρνα το 1/3 του μισθού»
Σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ στην Αγγλία και αυτό γιατί πιστεύει ότι πρόκειται για ένα δημιουργικό επάγγελμα που έχει ενδιαφέρον και του ταιριάζει. Ο Γιώργος Δομάγερ πήρε πτυχίο το 2005 και πάντα είχε, όπως λέει, στο μυαλό του να αποκτήσει πρώτα εμπειρία στο εξωτερικό πριν γυρίσει στην Ελλάδα.
«Κι αυτό γιατί, δυστυχώς τα πράγματα στην Ελλάδα έχουν εξελιχθεί κατά τέτοιον τρόπο που, χωρίς ουσιαστική προϋπηρεσία, είναι πολύ δύσκολο να βρεις την απασχόληση που επιθυμείς. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν εργάστηκα καθόλου στην Ελλάδα», λέει. Οι δυνατότητες γρήγορης εξέλιξης, αλλά και η σημασία που δίνεται στη συνεχή εκπαίδευση των νέων μηχανικών ήταν αυτά που τον έκαναν να φύγει πριν από δυόμισι χρόνια στο εξωτερικό και μάλιστα στο Ντουμπάι. «Εδώ είναι η Μέκκα». «Η συγκεκριμένη πόλη είναι η “Μέκκα του κατασκευαστικού κόσμου”. Ό,τι πιο σύγχρονο και πολύπλοκο χτίζεται εδώ. Το πιο ψηλό κτίριο του κόσμου, το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της υφηλίου, γέφυρες με εφτά λωρίδες ανά κατεύθυνση κυκλοφορίας. Όλα δε αυτά με έναν φρενήρη ρυθμό», δηλώνει. Προσθέτει δε ότι υπάρχουν εταιρείες και άνθρωποι από κάθε γωνιά του κόσμου. «Οι ντόπιοι αντιπροσωπεύουν μόνο το 15% του πληθυσμού».
Εργάζεται σε ισπανική κατασκευαστική εταιρεία. Από τον περασμένο Απρίλιο μάλιστα είναι γενικός διευθυντής του γραφείου της στο Ντουμπάι και έχει επίσης υπό την εποπτεία του τα έργα της εταιρείας σε Μπαχρέιν και Κατάρ. Ο τζίρος της εταιρείας το 2008 μόνο στη Μέση Ανατολή ήταν περίπου 20 εκατομμύρια ευρώ. Όσο για τον δικό του μισθό, «αν υποθέσουμε πως είχα στην Ελλάδα μια αντίστοιχη θέση- το οποίο φαντάζει ουτοπικό- ο μισθός μου θα κυμαινόταν περίπου στο 1/3 των τωρινών μου απολαβών». «Αρκετοί ακούνε Ντουμπάι, Μέση Ανατολή και το πρώτο πράγμα που τους έρχεται στο μυαλό είναι μια αυστηρή μουσουλμανική κοινωνία, όπου η ζωή του ξένου περιορίζεται στη δουλειά και στο σπίτι. Το Ντουμπάι έχει αρκετά εκατομμύρια τουρίστες ετησίως. Έχει έντονη νυχτερινή ζωή, παραλίες, αμέτρητα εστιατόρια και μπαρ», λέει και συμπληρώνει ότι η επιστροφή στην Ελλάδα δεν είναι στα άμεσα σχέδιά του.
«Γλίτωσα την αναξιοκρατία»
«O κόσμος είναι πια ένα “χωριό”»: Αυτό είναι το μότο που εκφράζει τον 27χρονο ναυπηγό μηχανολόγο-μηχανικό Δημήτρη Μαρούλη. Κίνα, Αμερική, Αγγλία, Ολλανδία και Σιγκαπούρη είναι τα μέρη στα οποία έχει εγκατασταθεί για μερικούς μήνες ή και χρόνια, προκειμένου να αποκτήσει επαγγελματική εμπειρία.
Η πρώτη δουλειά στην Ελλάδα ήταν, αφού πήρε το πτυχίο του από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, σε μια ελληνική ναυτιλιακή εταιρεία. «Δεν έμεινα πολύ αφού με έστειλαν σε ναυπηγείο της Κίνας ως επιβλέποντα μηχανικό. Ωστόσο, ήταν αρκετά δύσκολα. Βρέθηκα για 12 μήνες σε ένα χωριό κοντά στο Πεκίνο, στο οποίο όμως οι κάτοικοι δεν γνώριζαν αγγλικά και με έδειχναν στον δρόμο, αφού δεν είχαν δει ξένο από κοντά. Ήταν όμως μία εμπειρία ζωής», δηλώνει.
Επόμενος σταθμός η Αμερική, όπου κερδίζοντας μία υποτροφία από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, αποφάσισε να ακολουθήσει ακαδημαϊκή ή ερευνητική καριέρα- «πράγμα εξαιρετικά δύσκολο στην Ελλάδα. Άλλαξα όμως γνώμη και αποφάσισα να εργαστώ. Ήθελα να εκμεταλλευθώ τα καλά του να εργάζεσαι για μια μεγάλη ξένη εταιρεία- καλύτερες αποδοχές, εκπαίδευση με σεμινάρια, μαθήματα σε νέους εργαζομένους, αξιοκρατία- και να αποφύγω το ανώμαλο και επώδυνο ξεκίνημα μιας καριέρας στην Ελλάδα».
Οι απολαβές. Τους τελευταίους έξι μήνες βρίσκεται στη Σιγκαπούρη. Εργάζεται ως επιθεωρητής-ναυπηγός μηχανικός σε μια πολυεθνική εταιρεία που δραστηριοποιείται στον χώρο της ναυτιλίας. Οι ώρες που βρίσκεται στο γραφείο ή το ναυπηγείο είναι 40 εβδομαδιαίως. «Εάν δούλευα σε μια ναυτιλιακή εταιρεία με έδρα την Ελλάδα, θα έπαιρνα περίπου 2.500 ευρώ έχοντας την εμπειρία τεσσάρων ετών, μισθός υποπολλαπλάσιος του τωρινού». Συγκρίνοντας πάντως τη ζωή στην ασιατική χώρα και την Ελλάδα, το φαγητό και η διασκέδαση είναι πιο οικονομική στη Σιγκαπούρη. Με δύο ευρώ μπορεί κανείς να φάει κανονικό γεύμα σε ένα μέτριο εστιατόριο. «Δεν συμβαίνει το ίδιο βέβαια και στα ενοίκια. Το δικό μου διαμέρισμα στον 30ό όροφο πολυτελούς πολυκατοικίας, αν και μικρό, νοικιάζεται 2.000 ευρώ τον μήνα, ποσό που μου καλύπτει η εταιρεία».
«Ήθελα να μείνω, αλλά δεν μπορούσα»
Το 2002 ολοκλήρωσε τις σπουδές της σε εργαστήριο ελευθέρων σπουδών στη Θεσσαλονίκη και μάλιστα με τη μέθοδο της ταχύρυθμης εκπαίδευσης. Με δύο πτυχία στο χέρι, αυτό του στελέχους επιχειρήσεων αλλά και του στελέχους ανώτατης γραμματειακής υποστήριξης, η δουλειά που κατάφερε να βρει στην πόλη της ήταν πωλήτρια για δύο χρόνια σε καταστήματα γυναικείων ενδυμάτων και ως υπάλληλος σε τεχνική εταιρεία.
«Μια δουλειά στην Ελλάδα ήταν για μένα προτεραιότητα. Όμως οι διαθέσιμες θέσεις εργασίας ήταν ελάχιστες», λέει. Διέξοδος ήταν για την 28χρονη μια δουλειά στο εξωτερικό. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι μάλιστα ήταν η οικονομική κρίση του τελευταίου διαστήματος, που έκανε ακόμη πιο δύσκολη τη ζωή στην Ελλάδα.
Ραγδαία ανάπτυξη. Το Ντουμπάι φάνηκε ότι ήταν η ιδανικότερη λύση, όταν πριν από τρεις μήνες έπρεπε να αποφασίσει τι θα κάνει. «Η συγκεκριμένη περιοχή αναπτύσσεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς, κυρίως, στον κατασκευαστικό τομέα. Έχει λοιπόν ανάγκη όχι μόνο για τους πτυχιούχους μηχανικούς, αλλά και για διοικητικό προσωπικό», σημειώνει. Σήμερα, η Ειρήνη εργάζεται σε τεχνική- κατασκευαστική ελληνική εταιρεία, που δραστηριοποιείται την περιοχή, ως γραμματέας. «Ο μισθός μου φτάνει τα 2.000 ευρώ, ενώ η εταιρεία μου παρέχει σπίτι στο εμιράτο Fujairah, περίπου μιάμιση ώρα από το Ντουμπάι. Εάν είχα μια αντίστοιχη θέση στη Θεσσαλονίκη, θα έπαιρνα το πολύ 1.000 ευρώ, από τα οποία θα είχα να πληρώνω λογαριασμούς, ενοίκιο και τα προσωπικά μου έξοδα».
Ωστόσο, όπως λέει, η ζωή σε μια ξένη χώρα και μάλιστα τόσο διαφορετική από την Ελλάδα δεν είναι εύκολη. «Μπορεί να είναι πιο φθηνή η ζωή σε πολλά πράγματα, αλλά υπάρχουν άλλες δυσκολίες: στη γλώσσα, την κουλτούρα αλλά και τον τρόπο ζωής.
Δεν υπάρχει η έννοια διασκέδαση, όπως την έχουμε μάθει στην Ελλάδα. Το βραδάκι δηλαδή αν υπάρχει διάθεση και χρόνος θα πάμε για καφέ ή ποτό στα γύρω ξενοδοχεία». Προσθέτει δε ότι σίγουρα θα γυρίσει στην Ελλάδα, όταν πια οι οικονομικές συνθήκες βελτιωθούν.
«Αν σε ενδιαφέρει η έρευνα, φεύγεις...»
Το πτυχίο του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών δεν ήταν αρκετό για την Ελίζα Παπαβασιλείου. Με υποτροφία πραγματοποίησε τις πρώτες μεταπτυχιακές της σπουδές στη Σορβόνη. Το δεύτερο αυτό πτυχίο τής... άνοιξε την όρεξη για σπουδές, αλλά παράλληλα και δουλειά στο μάρκετινγκ, αυτήν τη φορά στην Αμερική και συγκεκριμένα στη Βοστώνη. «Επέλεξα λοιπόν να εργαστώ σε ερευνητικά προγράμματα στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης και μ΄ αυτόν τον τρόπο να χρηματοδοτήσω και το δεύτερο μεταπτυχιακό μου», λέει.
Μια δουλειά στην Ελλάδα ήταν για την ίδια πάντα προτεραιότητα και παραμένει τελικός στόχος, αλλά η επιλογή να φύγει στο εξωτερικό οφείλεται στην επιθυμία της να αποκτήσει όλα εκείνα τα εφόδια «που θα με καταστήσουν ικανή, όταν επιστρέψω στην Ελλάδα, να προσφέρω καλύτερες υπηρεσίες». Άλλωστε, όπως τονίζει, οι δυνατότητες στον τομέα της έρευνας είναι πολύ ανώτερες στο εξωτερικό.
Πλήρης κάλυψη. «Με λύπη μου παρατηρώ ότι οι νέοι που ασχολούνται με ερευνητικά προγράμματα στην Ελλάδα, στην καλύτερη περίπτωση τυγχάνουν μειωμένων απολαβών και στη χειρότερη αναγκάζονται να στηρίζονται από οικογενειακούς πόρους. Στη δική μου περίπτωση το πανεπιστήμιο συνηθίζει να καλύπτει τόσο τα έξοδα διαμονής και διαβίωσης όσο και το ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των πολύ ακριβών διδάκτρων. Τα χρήματα αρκούν για ένα ανεκτό επίπεδο ζωής».
Προσθέτει δε ότι η ζωή στο εξωτερικό είναι διαφορετική και σε ορισμένα σημεία πιο δύσκολη από τη ζωή στην Ελλάδα. «Ο φόρτος εργασίας, οι ευθύνες της καθημερινότητας, σε συνδυασμό με την απόσταση- γεωγραφική και ψυχολογική- από τους συνηθισμένους ρυθμούς της ζωής μου πίσω στην Ελλάδα, συνιστούν μια καθημερινότητα λίγο πιο σκληρή».
Προκειμένου μάλιστα να γυρίσει στη χώρα της, πρέπει πρώτα, όπως λέει, να προκύψουν οι κατάλληλες ευκαιρίες και να «μην στερηθώ το επίπεδο ζωής που τώρα έχω κατακτήσει».
TA NEA -
ανακτήθηκε από http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&artid=4494008&ct=1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου